Δεν ξέρω αν το πληροφορηθήκατε,…

αλλά η τάση είναι να φυτεύουμε

να περιποιούμαστε, να βοηθάμε, να ποτίζουμε…. όχι να ακρωτηριάζουμε

Μέρες το μηρυκάζω για να λογαριάσω αν είναι χειρότερο -πχ- το …να χτυπήσεις ένα αδέσποτο ή κι έναν άνθρωπο, ν’ αφήσεις νηστικό ένα παιδί, να μην αποτρέψεις μια έκτρωση, να μην φροντίσεις έναν ηλικιωμένο, να μην βοηθήσεις έναν ζητιάνο, έναν που πνίγεται ή που πήρε φωτιά, έναν που πεθαίνει για αίμα, να μην σταματήσεις μια ληστεία ή να κάνεις ότι δεν είδες το σεξοσκλαβοπάζαρο…

Το λογαριάζω έτσι, το λογαριάζω αλλιώς…. γινόμενο δεν μου βγαίνει.

Μόνο υπόλοιπο.

Έλλειμμα.

Και μάλιστα ανεξήγητο.

Να ‘θελες τον άνθρωπο να θίξεις;

τον που τα φύτεψε;

που είχε την ελπίδα;

την έγνοια του;

τον πόθο και τον καημό ότι κάτι κάνει κι αυτός κόντρα στο χαμό του πλανήτη;

Μέρες πολλές το μηρυκάζω και το λογαριάζω κι όμοια με τον αρχικό αποτροπιασμό μου βγαίνει κι ο τελικός.

Και θαρρώ ότι είναι για έναν απλό λόγο η αποστροφή μου: ακρωτηρίασες το πιο ανυπεράσπιστο έμβιο. Το μόνο τόσο ανυπεράσπιστο.
Θα μπορούσες να το κάνεις ομορφότερο.
Χρησιμότερο.
Θα μπορούσες να το βοηθήσεις να ζήσει λίγο πιο άνετα, να μεγαλώσει πιο γρήγορα.
Αλλά, όχι.

Διάλεξες να του δώσεις την μορφή εσταυρωμένου, αντί του που χαίρεται τη χαρά της ζωής, με τα χέρια ψηλά στον αέρα, σαν να φωνάζει “ευχαριστώ” ή σα να παρακαλάει για κάτι, λίγο ή πολύ. Ή σα να δέεται για όλους μας.

Όχι.

Σαν εσταυρωμένο το ‘κανες.

Πιθανώς, κατ’ εικόνα και ομοίωσιν (σου).

Κι ένας ακόμα δρόμος έκλεισε για μένα, να μην βλέπω ένα ακόμη αποτρόπαιο…

 

 

ΥΓ: κι έκανες και κάτι ακόμα πιο αποτρόπαιο: αντί να βοηθήσεις τον φίλο μου να ζήσει έναν θυμό λιγότερο, τον ανάγκασες σ’ έναν ακόμη μεγαλύτερο. Χωρίς να τον “δεις” καν…